υπερπρολακτιναιμία
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- υπερπρολακτιναιμία < λόγιο ενδογενές δάνειο: αγγλική hyperprolactinaemia ή λόγιο ενδογενές δάνειο: γαλλική hyperprolactinémie
Ουσιαστικό
επεξεργασίαυπερπρολακτιναιμία θηλυκό
- (ιατρική) ύπαρξη αυξημένων επιπέδων προλακτίνης στο αίμα
- ※ Η υπερπρολακτιναιμία συχνά οδηγεί σε απώλεια της λίμπιντο, γαλακτόρροια, ολιγομηνόρροια ή αμηνόρροια και στειρότητα σε γυναίκες πριν την εμμηνόπαυση. Στους άνδρες προκαλεί απώλεια της λίμπιντο, ανικανότητα, στειρότητα και υπογοναδισμό. Σε μετεμμηνοπαυσιακές και προεμμηνοπαυσιακές γυναίκες καθώς και σε άνδρες, μπορεί επίσης να προκαλέσει μείωση της μυϊκής μάζας και οστεοπόρωση.
- Προλακτίνη (PRL), @athenslab.gr, ημερομηνία ανάκτησης: 06-12-2023
- ※ Η υπερπρολακτιναιμία μπορεί να είναι ιδιοπαθής, ενώ στα κυριότερα αίτια που την προκαλούν συμπεριλαμβάνονται: το άγχος (συχνότερη αιτία), το σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών, ο υποθυρεοειδισμός, τα φάρμακα, τα μικροπρολακτινώματα και προλακτινώματα, ο ερεθισμός της θηλής, η εγχείρηση στον μαστό και ο έρπης ζωστήρας. Τα συμπτώματα της υπερπρολακτιναιμίας περιλαμβάνουν γαλακτόρροια, διαταραχές εμμήνου ρύσεως όπως ολιγομηνόρροια, αμηνόρροια, ανεπάρκεια ωχρινικής φάσης, μειωμένη libido και υπογονιμότητα.
- Υπερπρολακτιναιμία, @www.eugonia.com.gr, ημερομηνία ανάκτησης: 06-12-2023
- ※ Η υπερπρολακτιναιμία συχνά οδηγεί σε απώλεια της λίμπιντο, γαλακτόρροια, ολιγομηνόρροια ή αμηνόρροια και στειρότητα σε γυναίκες πριν την εμμηνόπαυση. Στους άνδρες προκαλεί απώλεια της λίμπιντο, ανικανότητα, στειρότητα και υπογοναδισμό. Σε μετεμμηνοπαυσιακές και προεμμηνοπαυσιακές γυναίκες καθώς και σε άνδρες, μπορεί επίσης να προκαλέσει μείωση της μυϊκής μάζας και οστεοπόρωση.
Συγγενικά
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία υπερπρολακτιναιμία
Πηγές
επεξεργασία- υπερπρολακτιναιμία - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)