Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
πραγματοποιήσιμος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Συνώνυμα
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
πραγματοποιήσιμ
ος
η
πραγματοποιήσιμ
η
το
πραγματοποιήσιμ
ο
γενική
του
πραγματοποιήσιμ
ου
της
πραγματοποιήσιμ
ης
του
πραγματοποιήσιμ
ου
αιτιατική
τον
πραγματοποιήσιμ
ο
την
πραγματοποιήσιμ
η
το
πραγματοποιήσιμ
ο
κλητική
πραγματοποιήσιμ
ε
πραγματοποιήσιμ
η
πραγματοποιήσιμ
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
πραγματοποιήσιμ
οι
οι
πραγματοποιήσιμ
ες
τα
πραγματοποιήσιμ
α
γενική
των
πραγματοποιήσιμ
ων
των
πραγματοποιήσιμ
ων
των
πραγματοποιήσιμ
ων
αιτιατική
τους
πραγματοποιήσιμ
ους
τις
πραγματοποιήσιμ
ες
τα
πραγματοποιήσιμ
α
κλητική
πραγματοποιήσιμ
οι
πραγματοποιήσιμ
ες
πραγματοποιήσιμ
α
Κατηγορία
όπως «
όμορφος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
πραγματοποιήσιμος
<
πραγματοποιώ
Επίθετο
επεξεργασία
πραγματοποιήσιμος, -η, -ο
που μπορεί να
πραγματοποιηθεί
Συνώνυμα
επεξεργασία
εφικτός
Μεταφράσεις
επεξεργασία
πραγματοποιήσιμος
αγγλικά
:
feasible
(en)
γαλλικά
:
faisable
(fr)
,
réalisable
(fr)