Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ποστουρογραφία οι ποστουρογραφίες
      γενική της ποστουρογραφίας των ποστουρογραφιών
    αιτιατική την ποστουρογραφία τις ποστουρογραφίες
     κλητική ποστουρογραφία ποστουρογραφίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

ποστουρογραφία < λόγιο ενδογενές δάνειο: αγγλική posturography < ιταλική postura < λατινική positura < pono + αρχαία ελληνική γράφω

  Ουσιαστικό επεξεργασία

ποστουρογραφία θηλυκό

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία