πολύχρυσος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- πολύχρυσος < αρχαία ελληνική πολύχρυσος[1] [2] < πολύ- + χρυσός
Επίθετο
επεξεργασίαπολύχρυσος, -η, -ο
Συγγενικά
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία πολύχρυσος
|
- ↑ πολύχρυσος - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
- ↑ πολύχρυσος - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.