πολυαγάπητος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- πολυαγάπητος < (κληρονομημένο) ελληνιστική κοινή πολυαγάπητος. Συγχρονικά αναλύεται σε πολυ- + αγαπητός
Επίθετο
επεξεργασίαπολυαγάπητος, -η, -ο
Συνώνυμα
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία πολυαγάπητος
|
Ετυμολογία
επεξεργασία- πολυαγάπητος < (κληρονομημένο) ελληνιστική κοινή πολυαγάπητος. Συγχρονικά αναλύεται σε πολυ- + ἀγαπητός
Επίθετο
επεξεργασίαπολυαγάπητος, -η, -οv
Συνώνυμα
επεξεργασία
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαπολυαγάπητος, -η, -οv
Πηγές
επεξεργασία- πολυαγάπητος - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.