πλατόνι
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | πλατόνι | τα | πλατόνια |
γενική | του | πλατονιού | των | πλατονιών |
αιτιατική | το | πλατόνι | τα | πλατόνια |
κλητική | πλατόνι | πλατόνια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- πλατόνι < μεσαιωνική ελληνική πλατόνι(ον)[1] < ελληνιστική κοινή πλάτωνις[1] [2] < αρχαία ελληνική πλατύς
Ουσιαστικό
επεξεργασίαπλατόνι ουδέτερο
Άλλες μορφές
επεξεργασίαΣυγγενικά
επεξεργασία- → δείτε τη λέξη πλατύς
Δείτε επίσης
επεξεργασία- πλατόνι στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις
επεξεργασία- ↑ 1,0 1,1 πλατόνι - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
- ↑ πλάτωνις - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
- ↑ < λατινική dama < damma < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *demh₂-