Δείτε επίσης: Πικροδάφνη
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η πικροδάφνη οι πικροδάφνες
      γενική της πικροδάφνης των πικροδαφνών
    αιτιατική την πικροδάφνη τις πικροδάφνες
     κλητική πικροδάφνη πικροδάφνες
Κατηγορία όπως «νίκη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
 
πικροδάφνη

  Ετυμολογία

επεξεργασία
πικροδάφνη < μεσαιωνική ελληνική πικροδάφνη < πικρός + δάφνη

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /pi.kɾoˈðaf.ni/
τυπογραφικός συλλαβισμός: πι‐κρο‐δάφ‐νη

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

πικροδάφνη θηλυκό

Συνώνυμα

επεξεργασία

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία