Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
πεδίκλωμα
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Άλλες μορφές
1.2.2
Δείτε επίσης
1.2.3
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
το
πεδίκλωμα
τα
πεδικλώμα
τ
α
γενική
του
πεδικλώμα
τ
ος
των
πεδικλωμά
τ
ων
αιτιατική
το
πεδίκλωμα
τα
πεδικλώμα
τ
α
κλητική
πεδίκλωμα
πεδικλώμα
τ
α
Κατηγορία
όπως «
όνομα
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
πεδίκλωμα
<
πεδικλώνω
+
-μα
Ουσιαστικό
επεξεργασία
πεδίκλωμα
ουδέτερο
η
ενέργεια
και το
αποτέλεσμα
του
πεδικλώνω
το
δέσιμο
των ποδιών με
πέδικλο
η
παρεμβολή
ενός εμποδίου, ώστε κάποιος να
σκοντάψει
Άλλες μορφές
επεξεργασία
περδίκλωμα
περδικλωμός
πεδούκλωμα
περδούκλωμα
πεδούκλωμα
Δείτε επίσης
επεξεργασία
τρικλοποδιά
Μεταφράσεις
επεξεργασία
πεδίκλωμα
αγγλικά
:
hobbling
(en)