Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
παρατημένος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Μετοχή
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
παρατημέν
ος
η
παρατημέν
η
το
παρατημέν
ο
γενική
του
παρατημέν
ου
της
παρατημέν
ης
του
παρατημέν
ου
αιτιατική
τον
παρατημέν
ο
την
παρατημέν
η
το
παρατημέν
ο
κλητική
παρατημέν
ε
παρατημέν
η
παρατημέν
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
παρατημέν
οι
οι
παρατημέν
ες
τα
παρατημέν
α
γενική
των
παρατημέν
ων
των
παρατημέν
ων
των
παρατημέν
ων
αιτιατική
τους
παρατημέν
ους
τις
παρατημέν
ες
τα
παρατημέν
α
κλητική
παρατημέν
οι
παρατημέν
ες
παρατημέν
α
Κατηγορία
όπως «
αγαπημένος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
παρατημένος
<
μετοχή
παθητικού
παρακειμένου
παρατώ
Μετοχή
επεξεργασία
παρατημένος, -η, -ο
→
δείτε
τη λέξη
παρατώ
Μεταφράσεις
επεξεργασία
παρατημένος
γαλλικά
:
abandonné
(fr)
γερμανικά
:
verlassen
(de)
,
aufgegeben
(de)
ιταλικά
:
abbandonato
(it)