• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

παραπόρτι

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το παραπόρτι τα παραπόρτια
      γενική του παραπορτιού των παραπορτιών
    αιτιατική το παραπόρτι τα παραπόρτια
     κλητική παραπόρτι παραπόρτια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
παραπόρτι < μεσαιωνική ελληνική παραπόρτιον[1] < παρά + ελληνιστική κοινή πόρτα < λατινική porta

Ουσιαστικό

επεξεργασία

παραπόρτι ουδέτερο

  • μικρή εξώπορτα στο πίσω ή άλλο μέρος ενός σπιτιού, διαφορετική από την κύρια είσοδο

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    παραπόρτι
  • αγγλικά : side door (en)
  1. ↑ παραπόρτι - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=παραπόρτι&oldid=5537197"
Τελευταία επεξεργασία στις 24 Φεβρουαρίου 2022, στις 09:47

Γλώσσες

      Αυτή η σελίδα δεν είναι διαθέσιμη σε άλλες γλώσσες.

      Βικιλεξικό
      • Wikimedia Foundation
      • Powered by MediaWiki
      • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 24 Φεβρουαρίου 2022, στις 09:47.
      • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
      • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
      • Σχετικά με Βικιλεξικό
      • Αποποίηση ευθυνών
      • Κώδικας συμπεριφοράς
      • Προγραμματιστές
      • Στατιστικά
      • Δήλωση cookie
      • Όροι χρήσης
      • Επιφάνεια εργασίας