Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο ουρανής η ουρανιά το ουρανί
      γενική του ουρανή
ουρανιού
της ουρανιάς του ουρανιού
(ουρανί)
    αιτιατική τον ουρανή την ουρανιά το ουρανί
     κλητική ουρανή ουρανιά ουρανί
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι ουρανιοί οι ουρανιές τα ουρανιά
      γενική των ουρανιών των ουρανιών των ουρανιών
    αιτιατική τους ουρανιούς τις ουρανιές τα ουρανιά
     κλητική ουρανιοί ουρανιές ουρανιά
Οι τύποι με γιώτα (-ιού, -ιοί, -ιά, -ιών, ...) προφέρονται με συνίζηση.
Και άκλιτο για όλα τα γένη, ουρανί.
Κατηγορία όπως «σταχτής» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

  Ετυμολογία επεξεργασία

ουρανής < ουραν(ός) + -ής

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /u.ɾaˈnis/
τυπογραφικός συλλαβισμός: ου‐ρα‐νής

  Επίθετο επεξεργασία

ουρανής, -ιά, -ί και άκλιτο ουρανί

  Μεταφράσεις επεξεργασία