• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

ομφαλοσκόπος

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Συγγενικές λέξεις
      • 1.2.2 Μεταφράσεις

Ελληνικά (el)Επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο/η ομφαλοσκόπος οι ομφαλοσκόποι
      γενική του/της ομφαλοσκόπου των ομφαλοσκόπων
    αιτιατική τον/την ομφαλοσκόπο τους/τις ομφαλοσκόπους
     κλητική ομφαλοσκόπε ομφαλοσκόποι
Κατηγορία όπως «ζωγράφος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία Επεξεργασία

ομφαλοσκόπος < ομφαλοσκοπία + -ος (αναδρομικός σχηματισμός)

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

ομφαλοσκόπος αρσενικό ή θηλυκό

  • που ομφαλοσκοπεί

Συγγενικές λέξειςΕπεξεργασία

  • → δείτε τις λέξεις ομφαλοσκοπία, ομφαλός και σκοπός

  ΜεταφράσειςΕπεξεργασία

    ομφαλοσκόπος
  • αγγλικά : navel-gazer (en)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=ομφαλοσκόπος&oldid=5499486"
Τελευταία επεξεργασία στις 2 Φεβρουαρίου 2022, στις 02:09
Βικιλεξικό
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 2 Φεβρουαρίου 2022, στις 02:09.
  • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie