Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
οικοδεσπότης
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
ο
οικοδεσπότ
ης
οι
οικοδεσπότ
ες
γενική
του
οικοδεσπότ
η
των
οικοδεσποτ
ών
αιτιατική
τον
οικοδεσπότ
η
τους
οικοδεσπότ
ες
κλητική
οικοδεσπότ
η
οικοδεσπότ
ες
Κατηγορία
όπως «
ναύτης
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
οικοδεσπότης
< (
ελληνιστική κοινή
)
οἰκοδεσπότης
<
οἶκος
+
δεσπότης
Ουσιαστικό
επεξεργασία
οικοδεσπότης
αρσενικό
(
θηλυκό
:
οικοδέσποινα
)
αυτός που
δέχεται
ή
φιλοξενεί
(στο σπίτι του)
Μεταφράσεις
επεξεργασία
οικοδεσπότης
αγγλικά
:
host
(en)
γαλλικά
:
hôte
(fr)
,
maître
(fr)
de
maison
(fr)