maître
Γαλλικά (fr)Επεξεργασία
Ετυμολογία Επεξεργασία
maître < (κληρονομημένο) παλαιά γαλλική maistre < λατινική magister
ΠροφοράΕπεξεργασία
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | maître | maîtres |
θηλυκό | maîtesse | maîtesses |
maître < (κληρονομημένο) παλαιά γαλλική maistre < λατινική magister
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | maître | maîtres |
θηλυκό | maîtesse | maîtesses |