Ετυμολογία

επεξεργασία

Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
maison maisons

maison (fr) θηλυκό

Συγγενικά

επεξεργασία

Πολυλεκτικοί όροι

επεξεργασία

Δείτε επίσης

επεξεργασία
  • maison στη γαλλική Βικιπαίδεια Λήμμα στη γαλλική Βικιπαίδεια