Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ξεχωσμένος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Μετοχή
1.1.1
Άλλες μορφές
1.1.2
Συγγενικά
1.1.3
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
ξεχωσμέν
ος
η
ξεχωσμέν
η
το
ξεχωσμέν
ο
γενική
του
ξεχωσμέν
ου
της
ξεχωσμέν
ης
του
ξεχωσμέν
ου
αιτιατική
τον
ξεχωσμέν
ο
την
ξεχωσμέν
η
το
ξεχωσμέν
ο
κλητική
ξεχωσμέν
ε
ξεχωσμέν
η
ξεχωσμέν
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
ξεχωσμέν
οι
οι
ξεχωσμέν
ες
τα
ξεχωσμέν
α
γενική
των
ξεχωσμέν
ων
των
ξεχωσμέν
ων
των
ξεχωσμέν
ων
αιτιατική
τους
ξεχωσμέν
ους
τις
ξεχωσμέν
ες
τα
ξεχωσμέν
α
κλητική
ξεχωσμέν
οι
ξεχωσμέν
ες
ξεχωσμέν
α
Κατηγορία
όπως «
αγαπημένος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Μετοχή
επεξεργασία
ξεχωσμένος, -η, -ο
μετοχή
παθητικού
παρακειμένου
ξεχώνω
Άλλες μορφές
επεξεργασία
ξεχωμένος
Συγγενικά
επεξεργασία
→
δείτε
τις λέξεις
ξεχώνω
και
χώνω
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ξεχωσμένος
→
δείτε
τη λέξη
ξεχωμένος