Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

ξεχώνω < ξε- + χώνω

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /kseˈxo.no/

  Ρήμα επεξεργασία

ξεχώνω (παθητική φωνή: ξεχώνομαι)

Συγγενικά επεξεργασία

Κλίση επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία