↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το ξεχειμώνιασμα τα ξεχειμωνιάσματα
      γενική του ξεχειμωνιάσματος των ξεχειμωνιασμάτων
    αιτιατική το ξεχειμώνιασμα τα ξεχειμωνιάσματα
     κλητική ξεχειμώνιασμα ξεχειμωνιάσματα
Κατηγορία όπως «όνομα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
ξεχειμώνιασμα < ξεχειμωνιάζω + -μα

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

ξεχειμώνιασμα ουδέτερο

Συνώνυμα

επεξεργασία

Αντώνυμα

επεξεργασία

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία