↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο νευροφυτικός η νευροφυτική το νευροφυτικό
      γενική του νευροφυτικού της νευροφυτικής του νευροφυτικού
    αιτιατική τον νευροφυτικό τη νευροφυτική το νευροφυτικό
     κλητική νευροφυτικέ νευροφυτική νευροφυτικό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι νευροφυτικοί οι νευροφυτικές τα νευροφυτικά
      γενική των νευροφυτικών των νευροφυτικών των νευροφυτικών
    αιτιατική τους νευροφυτικούς τις νευροφυτικές τα νευροφυτικά
     κλητική νευροφυτικοί νευροφυτικές νευροφυτικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

  Ετυμολογία

επεξεργασία
νευροφυτικός < νεύρον+φυτικός

  Επίθετο

επεξεργασία

νευροφυτικός, -ης, -ες

  Μεταφράσεις

επεξεργασία