μπαγδατί
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | μπαγδατί | τα | μπαγδατιά |
γενική | του | μπαγδατιού | των | μπαγδατιών |
αιτιατική | το | μπαγδατί | τα | μπαγδατιά |
κλητική | μπαγδατί | μπαγδατιά | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ιά, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «παιδί» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- μπαγδατί < (άμεσο δάνειο) τουρκική bağdadi < Bağdad (Βαγδάτη)
Ουσιαστικό
επεξεργασίαμπαγδατί ουδέτερο
- (αρχιτεκτονική, παρωχημένο) τεχνική κατασκευής των τοίχων των παλιών σπιτιών από ξύλο. Οι τοίχοι αυτοί αποτελούνταν από ξύλινο σκελετό με οριζόντιες πήχεις ή καλάμια, που είτε σοβαντίζονται και από τις δύο μεριές με ασβεστοκονίαμα ή παραμένουν χωρίς επίχρισμα στην εξωτερική τους πλευρά, αλλά με επένδυση από οριζόντιες ξύλινες σανίδες. Ο τύπος της αρχιτεκτονικής «με μπαγδατί» ήταν ιδιαίτερα διαδεδομένος στη Λέσβο τον 19ο αιώνα.
- Οι κίονες είναι κυκλικής διατομής με ξύλινο τετραγωνικό πυρήνα και επένδυση μπαγδατιού. (*)
- Τα κτίσματα αυτά είναι διαφορετικής τεχνοτροπίας (λιθοδομές, μπαγδατιά, ξύλινα σπίτια, λαμαρινοκατασκευές κ.ά.), προσαρμόζονται στο επικλινές έδαφος με τρόπο που μόνο η λαϊκή σοφία και η ικανοποίηση των αναγκών στα πλαίσια της απόλυτης οικονομίας επιτυγχάνει, και δημιουργούν ανάμεσά τους μικρά στενά δρομάκια με ενδιαφέρουσα ρυμοτομία. (*)
Άλλες μορφές
επεξεργασίαΔείτε επίσης
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία μπαγδατί