Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο μουσταρδής η μουσταρδιά το μουσταρδί
      γενική του μουσταρδή
μουσταρδιού
της μουσταρδιάς του μουσταρδιού
(μουσταρδί)
    αιτιατική τον μουσταρδή τη μουσταρδιά το μουσταρδί
     κλητική μουσταρδή μουσταρδιά μουσταρδί
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι μουσταρδιοί οι μουσταρδιές τα μουσταρδιά
      γενική των μουσταρδιών των μουσταρδιών των μουσταρδιών
    αιτιατική τους μουσταρδιούς τις μουσταρδιές τα μουσταρδιά
     κλητική μουσταρδιοί μουσταρδιές μουσταρδιά
Οι τύποι με γιώτα (-ιού, -ιοί, -ιά, -ιών, ...) προφέρονται με συνίζηση.
Και άκλιτοι τύποι σε όλα τα γένη: μουσταρδί
Κατηγορία όπως «σταχτής» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

  Ετυμολογία επεξεργασία

μουσταρδής < μουστάρδ(α) + -ης

  Επίθετο επεξεργασία

μουσταρδής - ιά - ί

  Μεταφράσεις επεξεργασία