μοσχοσάπουνο
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /mo.sxoˈsa.pu.no/
Ουσιαστικό
επεξεργασίαμοσχοσάπουνο ουδέτερο
- ένα είδος αρωματικού σαπουνιού
Άλλες μορφές
επεξεργασίαΣυγγενικά
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία μοσχοσάπουνο