Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
μετατοπισμένος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
μετατοπισμέν
ος
η
μετατοπισμέν
η
το
μετατοπισμέν
ο
γενική
του
μετατοπισμέν
ου
της
μετατοπισμέν
ης
του
μετατοπισμέν
ου
αιτιατική
τον
μετατοπισμέν
ο
τη
μετατοπισμέν
η
το
μετατοπισμέν
ο
κλητική
μετατοπισμέν
ε
μετατοπισμέν
η
μετατοπισμέν
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
μετατοπισμέν
οι
οι
μετατοπισμέν
ες
τα
μετατοπισμέν
α
γενική
των
μετατοπισμέν
ων
των
μετατοπισμέν
ων
των
μετατοπισμέν
ων
αιτιατική
τους
μετατοπισμέν
ους
τις
μετατοπισμέν
ες
τα
μετατοπισμέν
α
κλητική
μετατοπισμέν
οι
μετατοπισμέν
ες
μετατοπισμέν
α
Κατηγορία
όπως «
αγαπημένος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Μετοχή
επεξεργασία
μετατοπισμένος, -η, -ο
μετοχή
παθητικού
παρακειμένου
μετατοπίζω
Μεταφράσεις
επεξεργασία
μετατοπισμένος
γαλλικά
:
déplacé
(fr)