ματιασμένος
Πίνακας περιεχομένων
Ελληνικά (el) Επεξεργασία
Ετυμολογία Επεξεργασία
- ματιασμένος < μετοχή παθητικού παρακειμένου του ρήματος ματιάζω
ΜετοχήΕπεξεργασία
ματιασμένος, -η, -ο
- → δείτε τη λέξη: ματιάζω
ΜεταφράσειςΕπεξεργασία
ματιασμένος