μαιανδρικός
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- μαιανδρικός < μαίανδρ(ος) + -ικός
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /me.an.ðɾiˈkos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : μαι‐αν‐δρι‐κός
Επίθετο
επεξεργασίαμαιανδρικός, -ή, -ό
Συνώνυμα
επεξεργασία→ και δείτε τη λέξη οφιοειδής
Συγγενικά
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία μαιανδρικός