κροκάλη
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | κροκάλη | οι | κροκάλες |
γενική | της | κροκάλης | των | κροκαλών |
αιτιατική | την | κροκάλη | τις | κροκάλες |
κλητική | κροκάλη | κροκάλες | ||
Κατηγορία όπως «νίκη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- κροκάλη < αρχαία ελληνική κροκάλη
Ουσιαστικό
επεξεργασίακροκάλη θηλυκό
- → δείτε τη λέξη κροκάλα
Μεταφράσεις
επεξεργασία κροκάλη
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | |||
---|---|---|---|---|---|
κροκᾰλ- | |||||
ονομαστική | ἡ | κροκάλη | αἱ | κροκάλαι | |
γενική | τῆς | κροκάλης | τῶν | κροκαλῶν | |
δοτική | τῇ | κροκάλῃ | ταῖς | κροκάλαις | |
αιτιατική | τὴν | κροκάλην | τὰς | κροκάλᾱς | |
κλητική ὦ! | κροκάλη | κροκάλαι | |||
δυϊκός | |||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | κροκάλᾱ | |||
γεν-δοτ | τοῖν | κροκάλαιν | |||
Το φωνήεν της παραλήγουσας είναι βραχύ. | |||||
1η κλίση, ομάδα 'γνώμη', Κατηγορία 'δίκη' όπως «βελόνη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- κροκάλη < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασίακροκάλη, -ης θηλυκό
- κροκάλα, βότσαλο
- ※ 5ος πκε αιώνας ⌘ Εὐριπίδης, Ἰφιγένεια ἐν Αὐλίδι, στίχ. 210 (206-211)
- τὸν ἰσάνεμόν τε ποδοῖν | λαιψηροδρόμον Ἀχιλῆα, | τὸν ἁ Θέτις τέκε καὶ Χείρων | ἐξεπόνησεν, εἶδον | αἰγιαλοῖς παρά τε κροκάλαις | δρόμον ἔχοντα σὺν ὅπλοις·
- Και τον Αχιλλέα το φτεροπόδη, | που στο τρέξιμο με ανέμους παραβγαίνει, | γιο της Θέτης | και που ο Χείρωνας τον έχει αναθρεμμένον, | στο γιαλό κοντά στα βότσαλα τον είδα | βαριαρμάτωτος να τρέχει·
- Μετάφραση (1972) Η Ιφιγένεια στην Αυλίδα: Θρασύβουλος Σταύρου, Αθήνα: Εστία @greek‑language.gr
- τὸν ἰσάνεμόν τε ποδοῖν | λαιψηροδρόμον Ἀχιλῆα, | τὸν ἁ Θέτις τέκε καὶ Χείρων | ἐξεπόνησεν, εἶδον | αἰγιαλοῖς παρά τε κροκάλαις | δρόμον ἔχοντα σὺν ὅπλοις·
- ※ 3ος/2ος πκε αιώνας, Ευφορίων ο Χαλκιδεύς στην ⌘ Παλατινή Ανθολογία, βιβλίο 7ο, επίγραμμα 651, @perseus.tufts.edu, @anthologiagraeca.org
- οὐχ ὁ τρηχὺς ἔλαιος ἐπ᾽ ὀστέα κεῖνα καλύπτει,
οὐδ᾽ ἡ κυάνεον γράμμα λαλοῦσα πέτρη:
ἀλλὰ τὰ μὲν Δολίχης τε καὶ αἰπεινῆς Δρακάνοιο
Ἰκάριον ῥήσσει κῦμα περὶ κροκάλαις:
ἀντὶ δ᾽ ἐγὼ ξενίης Πολυμήδεος ἡ κενεὴ χθὼν
ὠγκώθην Δρυόπων διψάσιν ἐν βοτάναις.- → λείπει η μετάφραση
- οὐχ ὁ τρηχὺς ἔλαιος ἐπ᾽ ὀστέα κεῖνα καλύπτει,
- ※ 5ος πκε αιώνας ⌘ Εὐριπίδης, Ἰφιγένεια ἐν Αὐλίδι, στίχ. 210 (206-211)
Συγγενικά
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- κροκάλη - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- κροκάλη - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.