καυσαέριο
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
Προφορά
επεξεργασία
- ΔΦΑ : /kaf.saˈe.ɾio/
Ουσιαστικό
επεξεργασία

καυσαέριο ουδέτερο
- το αέριο που προκύπτει ως κατάλοιπο της καύσης ορυκτών καυσίμων· παράγεται από βιομηχανίες, εγκαταστάσεις κεντρικής θέρμανσης, μέσα μεταφοράς κ.λπ. και καταλήγει στην ατμόσφαιρα διαμέσου των καμινάδων ή των εξατμίσεων των οχημάτων