καλοσχεδιασμένος
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- καλοσχεδιασμένος < καλο- + σχεδιασμένος
Μετοχή επεξεργασία
καλοσχεδιασμένος, -η, -ο
- που έχει σχεδιαστεί καλά
Συνώνυμα επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
καλοσχεδιασμένος
|