καλοσχεδιασμένων
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος μετοχής
επεξεργασίακαλοσχεδιασμένων
- γενική πληθυντικού, αρσενικού γένους του καλοσχεδιασμένος
- γενική πληθυντικού, θηλυκού γένους του καλοσχεδιασμένος
- γενική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του καλοσχεδιασμένος