καλομοιρασμένος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- καλομοιρασμένος < καλο- + μοιρασμένος
Μετοχή
επεξεργασίακαλομοιρασμένος
Αντώνυμα
επεξεργασίαΔείτε επίσης
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία καλομοιρασμένος
|
καλομοιρασμένος
|