Δείτε επίσης: ιστολόγιο, αοριστολογία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ιστολογία οι ιστολογίες
      γενική της ιστολογίας των ιστολογιών
    αιτιατική την ιστολογία τις ιστολογίες
     κλητική ιστολογία ιστολογίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
ιστολογία < λόγιο ενδογενές δάνειο: γαλλική histologie[1] < αρχαία ελληνική ἱστός (< ἵστημι) + λέγω

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

ιστολογία θηλυκό

Συγγενικά

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

  Αναφορές

επεξεργασία