ηπατοπροστατευτικός
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- ηπατοπροστατευτικός (νεολογισμός) < ηπατο- (ήπαρ) + προστατευτικός • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /i.pa.to.pɾo.sta.te.ftiˈkos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : η‐πα‐το‐προ‐στα‐τευ‐τι‐κός
Επίθετο
επεξεργασίαηπατοπροστατευτικός, -ή, -ό
- (ιατρική, κτηνιατρική) θεραπεία ή φάρμακο που διατηρεί την καλή λειτουργία του ήπατος
- ※ Ονωνίδα, Βοδινό αγκάθι, 349
Τριτερπένια, ενωσερίνη (ανωκόλη), ισοφλαβονογλυκοσίδες ανωνίνη τριφαλιριζίνη, ανωνίδη, αιθέρια έλαια ανηθόλη, καρβόνη, μινθόλη, ανόργανα άλατα, φυτοστερόλες,
φαινολικά οξέα, λεκτίνες αντιφλεγμονώδεις αναλγητικές διουρητικές δράσεις
ηπατοπροστατευτικό λοιμώξεις ουροποιητικού λιθοτριπτικό.- Χριστίνα Τεσσερομμάτη, ΦΥΤΑ ΜΕ ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ: Σύγχρονες Φυτοθεραπευτικές Δυνατότητες, (2016), Αθήνα, Εκδόσεις: Σπανός-Βιβλιοφιλία, σελ. 698 @google.books
- ※ Περιέχει επίσης ένα μόριο ηπατοπροστατευτικό (ηπατίτιδα Α, Β, C - μειώνει τις ALT-AST-Crohn-ευερέθιστο έντεροκολίτιδα-ελκώδη κολίτιδα). Το Maitake περιέχει ένα anti-COX1 (ένζυμο που υπεισέρχεται κατά της φλεγμονής και του πόνου).
- Αικατερίνα Κανέλλου Μοναχή-Ιατρός, Αρκαδία η Φαρμακώδης, Μονογραφίες - Βότανα και Θεραπευτικά Μανιτάρια, Γεμμοθεραπεία, (2018), Σέσκλο Μαγνησίας, Εκδόσεις: Εκτυπώσεις Γεωργιάδη Α.Ε., @google.books
- ※ Το φάρμακο έχει ηπατοπροστατευτική και αντιοξειδωτική δράση. Το ηπατοπροστατευτικό αποτέλεσμα οφείλεται στη διέγερση της σύνθεσης δομικών και λειτουργικών πρωτεϊνών και φωσφολιπιδίων, καθώς και στην επιτάχυνση της αναγέννησης των ηπατοκυττάρων.
- Γαληνός, οδηγός φαρμάκων, Σιλυμαρίνη, @galinos.gr, ημερομηνία ανάκτησης: 29-05-2023
- ※ Ονωνίδα, Βοδινό αγκάθι, 349
Συγγενικά
επεξεργασία- → δείτε τις λέξεις ήπαρ και προστατεύω
Μεταφράσεις
επεξεργασία ηπατοπροστατευτικός
|