ημίμαυρος
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Επίθετο επεξεργασία
ημίμαυρος, -η, -ο
- στο σχέδιο, και γενικά στις γραφικές τέχνες, κάποιος που είναι ανάμεσα στο λευκό και στο μαύρο σε σχέση με το χρώμα και την έντασή του
Μεταφράσεις επεξεργασία
ημίμαυρος
|