Δείτε επίσης: ἡλιοβασίλευμαν
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το ηλιοβασίλεμα τα ηλιοβασιλέματα
      γενική του ηλιοβασιλέματος των ηλιοβασιλεμάτων
    αιτιατική το ηλιοβασίλεμα τα ηλιοβασιλέματα
     κλητική ηλιοβασίλεμα ηλιοβασιλέματα
Κατηγορία όπως «όνομα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία

Ουσιαστικό

επεξεργασία

ηλιοβασίλεμα ουδέτερο

Συνώνυμα

επεξεργασία

Δείτε επίσης

επεξεργασία

Μεταφράσεις

επεξεργασία

Αναφορές

επεξεργασία
  1. ηλιοβασίλεμα - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)