↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο ζελατινώδης η ζελατινώδης το ζελατινώδες
      γενική του ζελατινώδους της ζελατινώδους του ζελατινώδους
    αιτιατική τον ζελατινώδη τη ζελατινώδη το ζελατινώδες
     κλητική ζελατινώδη(ς) ζελατινώδης ζελατινώδες
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι ζελατινώδεις οι ζελατινώδεις τα ζελατινώδη
      γενική των ζελατινωδών των ζελατινωδών των ζελατινωδών
    αιτιατική τους ζελατινώδεις τις ζελατινώδεις τα ζελατινώδη
     κλητική ζελατινώδεις ζελατινώδεις ζελατινώδη
Κατηγορία όπως «μανιώδης» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

  Ετυμολογία

επεξεργασία
ζελατινώδης < ζελατίνη + -ώδης

  Επίθετο

επεξεργασία

ζελατινώδης

Συγγενικά

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία