Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
επιβραβευμένος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
επιβραβευμέν
ος
η
επιβραβευμέν
η
το
επιβραβευμέν
ο
γενική
του
επιβραβευμέν
ου
της
επιβραβευμέν
ης
του
επιβραβευμέν
ου
αιτιατική
τον
επιβραβευμέν
ο
την
επιβραβευμέν
η
το
επιβραβευμέν
ο
κλητική
επιβραβευμέν
ε
επιβραβευμέν
η
επιβραβευμέν
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
επιβραβευμέν
οι
οι
επιβραβευμέν
ες
τα
επιβραβευμέν
α
γενική
των
επιβραβευμέν
ων
των
επιβραβευμέν
ων
των
επιβραβευμέν
ων
αιτιατική
τους
επιβραβευμέν
ους
τις
επιβραβευμέν
ες
τα
επιβραβευμέν
α
κλητική
επιβραβευμέν
οι
επιβραβευμέν
ες
επιβραβευμέν
α
Κατηγορία
όπως «
αγαπημένος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Μετοχή
επεξεργασία
επιβραβευμένος, -η, -ο
μετοχή
παθητικού
παρακειμένου
του ρήματος
επιβραβεύω
Μεταφράσεις
επεξεργασία
επιβραβευμένος
γαλλικά
:
récompensé
(fr)