πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η επανίδρυση οι επανιδρύσεις
      γενική της επανίδρυσης* των επανιδρύσεων
    αιτιατική την επανίδρυση τις επανιδρύσεις
     κλητική επανίδρυση επανιδρύσεις
* παλιότερος λόγιος τύπος, επανιδρύσεως
Κατηγορία όπως «δύναμη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία

Ουσιαστικό

επεξεργασία

επανίδρυση θηλυκό

Συγγενικά

επεξεργασία

Μεταφράσεις

επεξεργασία

Αναφορές

επεξεργασία