ελκυστής
![]() |
έτσι ώστε να υπάρχει ομοιομορφία με τις υπόλοιπες σελίδες. Παρακαλούμε βγάλτε αυτή την ετικέτα εάν θεωρείτε ότι η μορφή της σελίδας ταιριάζει με τα στάνταρντ του Βικιλεξικού. |
Ελληνικά (el) Επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | ελκυστής | οι | ελκυστές |
γενική | του | ελκυστή | των | ελκυστών |
αιτιατική | τον | ελκυστή | τους | ελκυστές |
κλητική | ελκυστή | ελκυστές | ||
όπως «νικητής» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
αρσενικό
ενικός αριθμός: ο ελκυστής (el)
πληθυντικός αριθμός: οι ελκυστές (el)
- (μαθηματικά), (φυσική) εξίσωση που περιγράφει μοτίβα ψευδοθορύβου
αναλυτικά:Επεξεργασία
Ελκυστής ονομάζεται το σύνολο των σημείων ή των καταστάσεων επί των οποίων ένα δυναμικό σύστημα εξελίσσεται μετά το πέρας αρκετού χρόνου. Πιο συγκεκριμένα, σημεία που προσεγγίζουν τον ελκυστή, παραμένουν κοντά του μετά από διατάραξη της εξέλιξης του συστήματος.
Δείτε επίσηςΕπεξεργασία
ΜεταφράσειςΕπεξεργασία
- αγγλικά : μαθηματικά, φυσική: attractor (en), χημεία· μόριο ή στοιχείο που έλκει: attractant (en)