• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

εκμυστήρευση

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Προφορά
    • 1.3 Ουσιαστικό
      • 1.3.1 Συγγενικά
      • 1.3.2 Δείτε επίσης
      • 1.3.3 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η εκμυστήρευση οι εκμυστηρεύσεις
      γενική της εκμυστήρευσης* των εκμυστηρεύσεων
    αιτιατική την εκμυστήρευση τις εκμυστηρεύσεις
     κλητική εκμυστήρευση εκμυστηρεύσεις
* παλιότερος λόγιος τύπος, εκμυστηρεύσεως
Κατηγορία όπως «δύναμη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
εκμυστήρευση < εκμυστηρεύομαι + -ση

Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ek.miˈsti.ɾef.si/

Ουσιαστικό

επεξεργασία

εκμυστήρευση θηλυκό

  • η διαδικασία ή το αποτέλεσμα του εκμυστηρεύομαι

Συγγενικά

επεξεργασία
  • → δείτε τις λέξεις εκμυστηρεύομαι, μυστήριο και μύστης

Δείτε επίσης

επεξεργασία
  • εξομολόγηση

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    εκμυστήρευση
  • αγγλικά : confession (en), confidence (en)
  • γαλλικά : confidence (fr)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=εκμυστήρευση&oldid=5631845"
Τελευταία επεξεργασία στις 15 Νοεμβρίου 2022, στις 20:35

Γλώσσες

      Αυτή η σελίδα δεν είναι διαθέσιμη σε άλλες γλώσσες.

      Βικιλεξικό
      • Wikimedia Foundation
      • Powered by MediaWiki
      • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 15 Νοεμβρίου 2022, στις 20:35. Page was rendered with Parsoid.
      • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
      • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
      • Σχετικά με Βικιλεξικό
      • Αποποίηση ευθυνών
      • Κώδικας συμπεριφοράς
      • Προγραμματιστές
      • Στατιστικά
      • Δήλωση cookie
      • Όροι χρήσης
      • Επιφάνεια εργασίας