Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
εγκληματικός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
εγκληματικ
ός
η
εγκληματικ
ή
το
εγκληματικ
ό
γενική
του
εγκληματικ
ού
της
εγκληματικ
ής
του
εγκληματικ
ού
αιτιατική
τον
εγκληματικ
ό
την
εγκληματικ
ή
το
εγκληματικ
ό
κλητική
εγκληματικ
έ
εγκληματικ
ή
εγκληματικ
ό
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
εγκληματικ
οί
οι
εγκληματικ
ές
τα
εγκληματικ
ά
γενική
των
εγκληματικ
ών
των
εγκληματικ
ών
των
εγκληματικ
ών
αιτιατική
τους
εγκληματικ
ούς
τις
εγκληματικ
ές
τα
εγκληματικ
ά
κλητική
εγκληματικ
οί
εγκληματικ
ές
εγκληματικ
ά
Κατηγορία
όπως «
καλός
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
εγκληματικός
<
έγκλημα
Επίθετο
επεξεργασία
εγκληματικός, -ή, -ό
που αποτελεί
έγκλημα
εγκληματική
παράλειψη
Μεταφράσεις
επεξεργασία
εγκληματικός
αγγλικά
:
criminal
(en)
,
nefarious
(en)
γαλλικά
:
criminel
(fr)
εσπεράντο
:
krima
(eo)