δυφιορρυθμός
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- δυφιορρυθμός < → δείτε τις λέξεις δυφιο- και ρυθμός < (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική bitrate
Ουσιαστικό επεξεργασία
δυφιορρυθμός αρσενικό
- (τηλεπικοινωνίες, πληροφορική) bitrate: ο αριθμός των bit που μεταφέρεται ή επεξεργάζεται ανά μονάδα χρόνου. Μετράται σε bits ανά δευτερόλεπτο (bit/s ή εν συντομία bps)
- ※ πέρα από την προφανή αναλογία μεταξύ ρυθμού μετάδοσης πληροφορίας και ανατιθέμενου εύρους ζώνης, ο δυφιορρυθμός μίας σύνδεσης καθορίζεται και από το χρησιμοποιούμενο συνδυασμό διαμόρφωσης-κωδικοποίησης[1]
Συνώνυμα επεξεργασία
Συγγενικά επεξεργασία
Δείτε επίσης επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
Αναφορές επεξεργασία
- ↑ Γεώργιος Ν. Θεοδωρίδης (Θεσσαλονίκη 2010) ∆ιαχείριση φορτίου σε δίκτυα κινητών επικοινωνιών, σελ. 43. Προσπέλαση 2020-04-19