bps
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΣυντομομορφή
επεξεργασίαbps (en) αρκτικόλεξο
- (τηλεπικοινωνίες, πληροφορική) συντομογραφία του: bits per second, γράφεται με πεζό b και διαφέρει από το Bps που γράφεται με κεφαλαίο B
Συνώνυμα
επεξεργασίαΠαράγωγα
επεξεργασίαΔείτε επίσης
επεξεργασία- bps στην αγγλική Βικιπαίδεια