Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
δυσαπόκτητος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Άλλες μορφές
1.2.2
Αντώνυμα
1.2.3
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
δυσαπόκτητ
ος
η
δυσαπόκτητ
η
το
δυσαπόκτητ
ο
γενική
του
δυσαπόκτητ
ου
της
δυσαπόκτητ
ης
του
δυσαπόκτητ
ου
αιτιατική
τον
δυσαπόκτητ
ο
τη
δυσαπόκτητ
η
το
δυσαπόκτητ
ο
κλητική
δυσαπόκτητ
ε
δυσαπόκτητ
η
δυσαπόκτητ
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
δυσαπόκτητ
οι
οι
δυσαπόκτητ
ες
τα
δυσαπόκτητ
α
γενική
των
δυσαπόκτητ
ων
των
δυσαπόκτητ
ων
των
δυσαπόκτητ
ων
αιτιατική
τους
δυσαπόκτητ
ους
τις
δυσαπόκτητ
ες
τα
δυσαπόκτητ
α
κλητική
δυσαπόκτητ
οι
δυσαπόκτητ
ες
δυσαπόκτητ
α
Κατηγορία
όπως «
όμορφος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
δυσαπόκτητος
<
δυσ-
+
αποκτώ
+
-τος
Επίθετο
επεξεργασία
δυσαπόκτητος
που
δύσκολα
αποκτιέται
Άλλες μορφές
επεξεργασία
δυσαπόχτητος
Αντώνυμα
επεξεργασία
ευαπόκτητος
Μεταφράσεις
επεξεργασία
δυσαπόκτητος