Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
διχρονίτικος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
διχρονίτικ
ος
η
διχρονίτικ
η
το
διχρονίτικ
ο
γενική
του
διχρονίτικ
ου
της
διχρονίτικ
ης
του
διχρονίτικ
ου
αιτιατική
τον
διχρονίτικ
ο
τη
διχρονίτικ
η
το
διχρονίτικ
ο
κλητική
διχρονίτικ
ε
διχρονίτικ
η
διχρονίτικ
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
διχρονίτικ
οι
οι
διχρονίτικ
ες
τα
διχρονίτικ
α
γενική
των
διχρονίτικ
ων
των
διχρονίτικ
ων
των
διχρονίτικ
ων
αιτιατική
τους
διχρονίτικ
ους
τις
διχρονίτικ
ες
τα
διχρονίτικ
α
κλητική
διχρονίτικ
οι
διχρονίτικ
ες
διχρονίτικ
α
Κατηγορία
όπως «
όμορφος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
διχρονίτικος
<
δίχρονος
+
-ίτικος
Επίθετο
επεξεργασία
διχρονίτικος
(
λαϊκότροπο
)
άλλη μορφή
του
δίχρονος
Συγγενικά
επεξεργασία
→
δείτε
τις λέξεις
δίχρονος
,
δύο
και
χρόνος
Μεταφράσεις
επεξεργασία
διχρονίτικος
→
δείτε
τη λέξη
δίχρονος