Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
διαχυμένος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
διαχυμέν
ος
η
διαχυμέν
η
το
διαχυμέν
ο
γενική
του
διαχυμέν
ου
της
διαχυμέν
ης
του
διαχυμέν
ου
αιτιατική
τον
διαχυμέν
ο
τη
διαχυμέν
η
το
διαχυμέν
ο
κλητική
διαχυμέν
ε
διαχυμέν
η
διαχυμέν
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
διαχυμέν
οι
οι
διαχυμέν
ες
τα
διαχυμέν
α
γενική
των
διαχυμέν
ων
των
διαχυμέν
ων
των
διαχυμέν
ων
αιτιατική
τους
διαχυμέν
ους
τις
διαχυμέν
ες
τα
διαχυμέν
α
κλητική
διαχυμέν
οι
διαχυμέν
ες
διαχυμέν
α
Κατηγορία
όπως «
αγαπημένος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Μετοχή
επεξεργασία
διαχυμένος
μετοχή
παθητικού
παρακειμένου
διαχέω
και
διαχύνω
Μεταφράσεις
επεξεργασία
διαχυμένος