Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
διαφώτιστος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
διαφώτιστ
ος
η
διαφώτιστ
η
το
διαφώτιστ
ο
γενική
του
διαφώτιστ
ου
της
διαφώτιστ
ης
του
διαφώτιστ
ου
αιτιατική
τον
διαφώτιστ
ο
τη
διαφώτιστ
η
το
διαφώτιστ
ο
κλητική
διαφώτιστ
ε
διαφώτιστ
η
διαφώτιστ
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
διαφώτιστ
οι
οι
διαφώτιστ
ες
τα
διαφώτιστ
α
γενική
των
διαφώτιστ
ων
των
διαφώτιστ
ων
των
διαφώτιστ
ων
αιτιατική
τους
διαφώτιστ
ους
τις
διαφώτιστ
ες
τα
διαφώτιστ
α
κλητική
διαφώτιστ
οι
διαφώτιστ
ες
διαφώτιστ
α
Κατηγορία
όπως «
όμορφος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
διαφώτιστος
<
διαφωτίζω
+
-τος
Επίθετο
επεξεργασία
διαφώτιστος
ημιδιαφανής
,
ημιδιάφανος
Συγγενικά
επεξεργασία
→
δείτε
τις λέξεις
διαφωτίζω
,
φωτίζω
και
φως
Μεταφράσεις
επεξεργασία
διαφώτιστος
→
δείτε
τη λέξη
ημιδιαφανής