διαλαμβανόμενος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Μετοχή
επεξεργασία
διαλαμβανόμενος
- μετοχή παθητικού ενεστώτα του ρήματος διαλαμβάνω
Συγγενικά
επεξεργασία- → δείτε τις λέξεις διαλαμβάνω και λαμβάνω
Μεταφράσεις
επεξεργασία
διαλαμβανόμενος
|