Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
βρεχόμενος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Μετοχή
1.1.1
Άλλες μορφές
1.1.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
βρεχόμεν
ος
η
βρεχόμεν
η
το
βρεχόμεν
ο
γενική
του
βρεχόμεν
ου
της
βρεχόμεν
ης
του
βρεχόμεν
ου
αιτιατική
τον
βρεχόμεν
ο
τη
βρεχόμεν
η
το
βρεχόμεν
ο
κλητική
βρεχόμεν
ε
βρεχόμεν
η
βρεχόμεν
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
βρεχόμεν
οι
οι
βρεχόμεν
ες
τα
βρεχόμεν
α
γενική
των
βρεχόμεν
ων
των
βρεχόμεν
ων
των
βρεχόμεν
ων
αιτιατική
τους
βρεχόμεν
ους
τις
βρεχόμεν
ες
τα
βρεχόμεν
α
κλητική
βρεχόμεν
οι
βρεχόμεν
ες
βρεχόμεν
α
ομάδα 'εισαγόμενος'
,
Κατηγορία
όπως «
εισαγόμενος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Μετοχή
επεξεργασία
βρεχόμενος
μετοχή
παθητικού
ενεστώτα
του ρήματος
βρέχω
Άλλες μορφές
επεξεργασία
βρεχάμενος
Μεταφράσεις
επεξεργασία
βρεχόμενος