↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η βλητική οι βλητικές
      γενική της βλητικής των βλητικών
    αιτιατική τη βλητική τις βλητικές
     κλητική βλητική βλητικές
Κατηγορία όπως «ψυχή» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
βλητική < ουσιαστικοποιημένο θηλυκό του επιθέτου βλητικός (μεταφραστικό δάνειο από τη γαλλική balistique)

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /vli.tiˈci/

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

βλητική θηλυκό

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

  Κλιτικός τύπος επιθέτου

επεξεργασία

βλητική

Ομώνυμα / Ομόηχα

επεξεργασία