Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η βιοαστροναυτική οι βιοαστροναυτικές
      γενική της βιοαστροναυτικής των βιοαστροναυτικών
    αιτιατική τη βιοαστροναυτική τις βιοαστροναυτικές
     κλητική βιοαστροναυτική βιοαστροναυτικές
Κατηγορία όπως «ψυχή» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

βιοαστροναυτική < βιο- + αστροναυτική ((μεταφραστικό δάνειο) αγγλική bioastronautics)

  Ουσιαστικό επεξεργασία

βιοαστροναυτική θηλυκό

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία